Βαδίζω μες το
πέλαγος, σε κύματα αφρισμένα,
που θέλουν να με πνίξουνε Μεγάλε μου Ποιμένα.
Λύκοι με
τριγυρίζουνε, τα δόντια τους μου τρίζουνε,
τα νύχια τους μου
δείχνουνε κι απαίσια μουγκρίζουνε.
Θέλουνε να με
κάνουνε στο χάος να βαδίζω
και τις δικές Σου
εντολές, Κύριε, να μη γνωρίζω.
Είναι δυνάμεις με
αρχηγό τον πλάνο εωσφόρο
και θέλουν να
γεμίσουνε μικρόβια τον ψυχικό μου χώρο.
Ακόμα κι οι
οικείοι μου εχθροί μου έχουν γίνει
κι οι θλίψεις μου
εγίνανε σαν τη φωτιά που βγαίνει από ένα καμίνι.
Μα στρέφω προς
Εσένανε το βλέμμα μου με πόνο
και Σου ζητάω
Δημιουργέ μη με αφήνεις μόνο.
Κοιτάζω το
Στραυρό, Χριστέ, το αίμα Σου πως τρέχει,
γίνεται λύτρο
εξαγοράς κι αγιασμού σ’ όποιον ελπίδα σ’ Εσένα έχει.
Εσύ που
εσυγχώρησες ληστή, τελώνη, πόρνη,
κάνε με να κρατώ
γερά της πίστης το τιμόνι.
Είμαι αδύναμος
πολύ και κάθε ώρα πέφτω
κι αρετές
πνευματικές ο δυστυχής δεν έχω.
Οι αμαρτίες μου
έγιναν φίδια και με λυγίζουν,
μου κόβουν την
αναπνοή και στο λαιμό με πνίγουν.
Δως μου ταπείνωση πολλή,
υπομονή και θάρρος,
στείλε το Πνεύμα
τ’ Άγιο να με οδηγεί σαν φάρος.
Να τρέχω
ασταμάτητα να κάνω ομολογία,
με αγάπη να
υπηρετώ Τριάδα την Αγία.
Κι όταν θα έρθει η
στιγμή της τρομερής Σου Κρίσης
εις τα δεξιά Σου,
Κύριε, να με τοποθετήσεις.
Ν΄ακούσω
«δούλε,εργάστηκες με ζήλο στο μαντρί Μου,
λάβε ουράνια
αγαθά, όπως οι Εκλεκτοί Μου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου