Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΨΥΧΗΣ

 

ΟΜΙΛΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ

Άγγελε άρχων φέρε το όνομα το γραμμένο, που έχω μέσα στο χαρτί καλά  σημαδεμένο. Κατέβα κάτω γρήγορα και πάρε την ψυχή του και μην κοιτάς αν κλάψουνε στο σπίτι οι δικοί του. Πάρε την συνοδεία σου και σαν αετός να φτάσεις και μην καθίσεις πουθενά, ούτε να ξαποστάσεις. Κράτα ετούτο το χαρτί, σιμά στα δάχτυλά σου και μην φοβάσαι εμπόδια δεν έρχονται κοντά σου.  Σαν άστρο φεύγει ο άγγελος, στην κλίνη κατεβαίνει και την γραμμένη την ψυχή στα γρήγορα την παίρνει.

 

ΑΓΓΕΛΟΣ

Κύριε είναι έτοιμη αυτή η παραγγελία, βρίσκεται στον προθάλαμο και έχει αγωνία.

 

ΚΥΡΙΟΣ

Για φέρε την εδώ κοντά να δώσει απολογία, να δούμε αν τα έργα της είχαν για Εμένα αξία;

Ήρθε  η ψυχή σαν το πουλί το μισοπληγωμένο. όπου το πιάνει ο κυνηγός και τρέμει το καημένο.

 

ΨΥΧΗ

Ήμαρτον Κύριε ζητώ βλέπω τα κρίματά μου, τώρα  εμετανόησα για τα αμαρτήματα μου. Δεν ήξερα αν ήτανε αληθινοί οι λόγοι που έλεγαν οι ιερείς και όλοι οι θεολόγοι. Δεν το ήξερα ο ουρανός πως τόσο πλούτο έχει και πως δεν έχει εποχές και ότι ποτέ δεν βρέχει. Δεν το συλλογιζόμουνα δεν ήρθε στο μυαλό μου, εγώ το πώς θα έβλεπα τον πλάστη και Θεό μου. Και εκείνοι που   εδίδασκαν νόμιζα είναι δικά τους, πίστευα πως τα λέγανε για το επάγγελμα τους, έβλεπα που πηγαίνανε πολλοί στην εκκλησία, μα νόμιζα ότι πηγαίνανε γιατί είχανε αιτία. Πηγαίνανε πάλι στον παπά να εξομολογηθούνε, μα έλεγα κάτι θα έχουνε μεγάλο να του πούνε. Άλλοι πάλι έκαναν στο σπίτι αγρυπνία, δεν το ξέρα πως φέρνουνε αυτά τα μεγαλεία. Άλλοι έδιναν στους φτωχούς δεν είχα εγώ να δώσω, δεν ήξερα ήταν καλό; Μα τώρα θα πληρώσω. Και προσευχή δεν έκανα, είχα καιρό να κάνω, δεν το ξέρα η άμοιρη πως δεν θα προλαμβάνω. Νόμιζα είχα τον καιρό ακόμη για να ζήσω και εγώ να εξομολογηθώ μα και να κοινωνήσω. Κύριε  μετανόησα για την ζωή που ζουσα και αν στον κόσμο γύριζα και άλλους θα οδηγούσα. Εάν στο κόσμο γύριζα θα φώναζα με πόνο, να έρθουν όλοι οι άνθρωποι στον δικόν Σου δρόμο. Κύριε ως φιλάνθρωπος όπου πονάς τον κόσμο δώσε μου μια άκρη μια γωνιά αυτό ζητάω μόνο. Μια ακρούλα σαν φωλιά, Κύριε υπό την σκιά Σου και πλέον έξω από εδώ να μην ξανακοιτάξω. Μαύροι άνθρωποι ήρθανε, κοντά μου συνοδεία σαν με έφερνε ο άγγελος, εδώ στην βασιλεία. Κύριε ως φιλάνθρωπος, όπου πονάς τον κόσμο δώσε μου μίαν άκρη μια γωνιά, αυτό ζητάω μόνο. Φιλεύσπλαχνε και λυτρωτή λυπήσου με και εμένα γιατί δεν έχω έργο σημαντικό  κάνει για Εσένα. Δεν θέλω στον προθάλαμο να έλθω να καθίσω είναι θηρία άγρια και πως θα τα αντικρύσω. Έρχονται μπαίνουνε μπροστά και ολόκληρη μαυρίζω. Κυριε σε παρακαλώ, λυπήσου με τρομάζω και πώς να μπω στα σκοτεινά βαριά αναστενάζω. Ήμαρτον Σωτήρα Λυτρωτή μου, γιατί άρχισε να πνίγεται από τώρα η φωνή μου.

 

ΚΥΡΙΟΣ

Τώρα δεν είναι πια καιρός, το ήμαρτον σου σβήνει και η παρέα που έκανες, εκείνη θα σου μείνει. Δεν με είδες, δεν με ήξερες, δεν είδες τα χαρτιά Μου που γράψανε οι απόστολοι που ζήσανε κοντά Μου; Δεν άκουγες το πνεύμα Μου που ανθρώπους οδηγούσε; Γιατί τον δρόμο αυτόν και εσύ δεν τον ακολουθούσες; Γιατί και εσύ δεν έμπαινες μέσα σ αυτούς του χώρους, να ακούσεις πως το πνεύμα Μου χαρίζει τόσους λόγους.  Γιατί δεν Με εδόξασες που σου έδωσα τα καλά σου και χαιρόσουν και εκαμάρωνες την οικογένεια σου; Γιατί δεν είπες ήμαρτον στον κόσμο όταν ζούσες, μα τους πιστούς  εχλεύαζες και επεριγελούσες; Γιατί δεν προσευχόσουνα τώρα να βρεις κλωνάρι; Ο τόπος που εζήτησες άλλοι τον έχουν πάρει. Που είναι οι πέτρες που έστειλες για να ξεχωρίσω, το μέρος για να κάθεσαι τώρα να στο δωρίσω; Τώρα είναι αδύνατον τόπο να αποκτήσεις, γιατί δεν έχεις υλικό το μέρος να χωρίσεις. Λόγους καλούς δεν έλεγε το ιδικό σου στόμα, εκείνοι οι λόγοι θα σου έφτιαχναν το αιώνιο σου στρώμα. Που οι ελεημοσύνες σου, και οι ευχαριστίες, που και  οι δοξολογίες σου, πού και οι λειτουργίες; Που είναι τώρα τα έργα τα καλά, δεν είναι κανένα εμπρός σου και πως ζητάς να ελεηθείς από τον Κύριο σου; Τα ψεύτικα παράσημα και τα πολλά βραβεία και η πρόσκαιρη  αυτή ζωή σου στήσανε παγίδα. Ενόμιζες τα πλούτη σου, κοντά σου πως θ΄ερθούνε , δεν είχαν το δικαίωμα όμως να σε ακολουθούνε. Δεν είναι δικαστήριο να πληρωθεί να δώσει, να γίνει δίκη ψεύτικη και  να σε αθωώσει. Λεφτά δεν παίρνει ο δικαστής, μα δίκαια δικάζει, σύμφωνα με τα έργα σου την απόφαση του βγάζει.   


ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΝ ΕΝΑΝΤΙΩΘΕΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟ

 

Μην υπολογίζετε

αυτούς που χρηματίζονται,

σε λίγο θα δαιμονίζονται

γιατί με τον δαίμονα γνωρίζονται.

 

Έχουν κάνει την γνωριμία τους

αποδεχτήκανε την συνεργασία του,

χρήμα, θέσεις προτιμήσανε

και τον Θεό επουλήσανε.

 

Τα αφεντικά τους τους δίνουν κατεύθυνση

και νεκρώθηκε κάθε τους αίσθηση,

στα αδέρφια τους επιτεθήκανε

και από τον θεό τους απομονωθήκανε.

 

Τον δημιουργό τους μάχονται

όπως ακριβώς ο δαίμονας και αυτοί στον Θεό αντιτάσσονται,

αυτά τους λέει ο πονηρός

να πολεμήσουν εκείνον που είναι Θεός.

 

Τον πόλεμο θα τον χάσουνε

ο βράχος δεν μετακινείται,

ούτε μπορούν να τον σπάσουνε

το στόμα τους θα κλείσω και θα σωπάσουνε.

 

Σαν σκύλοι όσο και να γαυγίζουνε

η φωνή τους θα σβήνει και θα μαυρίζουνε,

σκοτεινοί θα μένουν

δεν θα μπορούν να ανασαίνουν.

 

Μην φοβηθείτε κανέναν εχθρό

όταν μέσα σας έχετε τον Χριστό,

ο Θεός σας μόνο μπορεί να σας σώσει

και όχι το πανί με το οποίο σας έχουνε φιμώσει.

 

Από τα παραποιημένα πρόσωπα

θα πάρω το βλέμμα,

και δε θα γνωρίζω κανένα

γιατί και αυτοί όπως στην εποχή Μου δεν εγνώρισαν Εμένα.

 

Την πόρτα θα χτυπούν

και θα τους λέω δεν σας γνωρίζω,

διότι ακούσατε ανθρώπους

και όχι τον Θεόν σας τον ίδιον.

 

Θα μου λένε πως Με θυμούνται

στην ουσία όμως Με αρνούνται,

πείθονται στους ανθρώπους

παρά στους δικούς Μου λόγους.

 

Όσοι διατηρήσετε την πίστη

προς των πάντων Kτίστη,

θα έχετε φως στη διάνοιά σας

και θα Με κρατάτε στην καρδιά σας.

 

Δεν θα φοβάστε τίποτα και κανέναν

θα περπατάτε στα θεϊκά σοκάκια τα φωτισμένα,

συνδεδεμένοι για πάντα με Εμένα

και θα ελέγχω τα πνευματικά σας δεδομένα.

 

Ενωμένη η ψυχή σας μαζί Μου θα μένει

η Χάρις Μου θα την ανασταίνει,

την ουράνιο κλίμακα θα ανεβαίνει

θα την ασφαλίζω και θα είναι σωσμένη.

 

Από τη μεγάλη αγάπη Μου

ακόμη σας προσμένω,

έχω την θύρα ανοιχτή

να έρθετε περιμένω.

 

Τώρα που ο ήλιος ανέτειλε

και δεν έχει ακόμη συννεφιάσει,

γιατί σε λίγο θα αναστενάξει βαριά

όποιος την πίστη χάσει.

Αρχειοθήκη ιστολογίου