Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗ ΘΕΙΑ ΦΑΤΝΗ ΣΟΥ

Πώς να σταθώ αμίλητος σ΄ αυτήν την ευσπλαχνία;

Πώς να μην ψάλλω “ωσαννά” μ΄ Αγγέλων χορωδία;

 

Πώς να μην πω “ευχαριστώ” σ΄ Αυτόν που με λυπάται

και για τις αμαρτίες μου εις Βηθλεέμ γεννάται;

 

Πώς να σταθώ αμέτοχος σ΄ αυτή την πανδαισία,

που έχει έτοιμη ο Θεός στην Άνω Βασιλεία;

 

Πώς εις Αυτόν που εν σαρκί στην γη εφανερώθη

κι ενεκρώθη ο πονηρός, για πάντα εφιμώθη,

 

πώς να φερθώ εις Αυτόν με τόση αδιαφορία

και να στρέψω τα νώτα μου με αχαριστία;

 

Αυτόν που για τον άνθρωπο άνοιξε Ουρανούς

και πρόσφερε πνευματικούς, άϋλους θησαυρούς.

 

Πώς εις την τόση ΑΓΑΠΗ Του το “όχι” να προτάξω;

Πώς μετανοίας δάκρυα στα πόδια Του να μην στάξω;

 

Πώς να σταθώ αχάριστος σ΄ Αυτόν, τον Λυτρωτή μου;

Πώς να μην στήσω γι Αυτόν θρόνο εις την ψυχή μου;

 

Γι αυτό εισέρχομαι σεμνά στη νοητή Του Φάτνη,

εκεί που χρυσοστάλαχτη πέφτει ουράνια πάχνη.

 

Εκεί που φτερουγίσματα κι αλαλαγμοί Αγγέλων

το “Δόξα εν υψίστοις” ψάλλουνε χοροί των Αρχαγγέλων.

 

Βλέπω Θεόν αχώρητον να κείτεται σαν Βρέφος

και με Αυτού την Γέννηση να φεύγει κάθε νέφος.

 

Βλέπω με σάρκα τον Θεό σε σπήλαιο αλόγων,

φως να γεμίζει τις ψυχές, ημών των παραλόγων.

 

Βλέπω τρεις Μάγοι να ΄ρχονται απ΄ την Ανατολή

κι από τα βοσκοτόπια ποιμένες ταπεινοί.

 

Τους βλέπω με κατάνυξη τα δώρα τους ν΄ αφήνουν

και προς το Νεογέννητο το γόνυ τους να κλίνουν.

 

Βλέπω την Παναγία μας να κάθεται σιμά Του

και να Του λέει με στοργή για τα απολωλά Του.

 

Κι Εκείνος το Πανάγιο χέρι Του να σηκώνει,

να ευλογεί τριγύρω Του και να εξημερώνει

 

αυτά που από τον πονηρό είχαν εξαγριωθεί,

με πυρωμένα βέλη του είχανε πληγωθεί.

 

Αυτό το υπερθέαμα που βλέπω με φλογίζει

κι η ψυχή μου πιο πολύ στον Κύριο φτερουγίζει.

 

Τα βήματά μου μ΄ οδηγούν μπροστά του και λυγίζω,

το θείο Βρέφος προσκυνώ, με πόνο γονατίζω,

 

Του λέω τα προβλήματα που έχω στη ζωή μου,

ζητάω τη βοήθεια από τον Λυτρωτή μου.

 

Εσύ, Σωτήρα μου Χριστέ, που φως στη γη σκορπίζεις

και τη ζωή και τ΄ αγαθά στους δούλους Σου χαρίζεις,

 

Εσύ που καταδέχτηκες σαν Βρέφος κι εγεννήθεις,

για να σωθεί ο άνθρωπος, γιατί τον ελυπήθεις,

 

από τα νύχια του εχθρού, τα τόσο μολυσμένα

και να χαρεί Παράδεισο, Χριστέ, κοντά σ΄ Εσένα.

 

Ρίξε ένα βλέμμα ευσπλαχνικό, άκου την προσευχή μου,

γιάτρεψε από τις πληγές, Κύριε, την ψυχή μου.

 

Διώξε κάθε δαιμόνιο που θέλει να εισχωρήσει

κι από Εσένα, Κύριε, θέλει να με χωρίσει.

 

Κάνε, Χριστέ μου, την ψυχή Φάτνη Σου και γεννήσου,

το πληγωμένο Σου παιδί που αιμορραγεί, λυπήσου.

 

Η γέννησή Σου, Κύριε, να φέρει τη γαλήνη,

να σβήσει του μισόκαλου η πλάνη κι η σκοτοδίνη.

 

Το στόμα μου το αμαρτωλό τη Γέννησή Σου ψάλλει

κι από χαρά πνευματική σκιρτά η ψυχή κι αγάλλει.

 

Στα χέρια Σου τα άγια αφήνω τη ζωή μου,

κυβέρνησε κι οδήγησε τη δόλια την ψυχή μου,

 

τον δρόμο τον πνευματικό αγνά να περπατήσω,

να μην βρεθώ στην κόλαση, μαζί Σου να συζήσω.

 

Η Γέννησή Σου, Κύριε, να με αναγεννήσει,

προτού να έρθει η δίκαιη, η τρομερή Σου Κρίση.

 

Κάνε να γίνω νήπιο στην πλάνη, στην αμαρτία,

στην πίστη να ανδρίζομαι και στην Ορθοδοξία.

 

Κάνε Νυμφίε μου, Χριστέ, μεγάλε μου Ποιμένα,

στη Άγια Βασιλεία Σου να ζω μαζί μ΄ Εσένα.

 

Αμήν

 

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΩΤΗΡΑ ΚΑΙ ΘΕΟ ΜΟΥ

 Κύριε των Δυνάμεων και Λυτρωτή, Θεέ μου,

ρίξε τη θεία Σκέπη Σου, σκέπαζε Πλαστουργέ μου.

 

Οι επιθέσεις του εχθρού πολλαπλασιαστήκαν,

του πλάνου τα χτυπήματα αφόρητα γινήκαν.

 

Με κάθε είδους συμφορές γεμίζει το κορμί μας

και ρίχνει δηλητήριο, Κύριε, στην ψυχή μας.

 

Με κάθε τρόπο προσπαθεί αυτός να εισχωρήσει,

τον άνθρωπο από Εσένα, Κύριε, να χωρίσει.

 

Εις τους ανθρώπους προσπαθεί να φέρει τη διχόνοια

και να γεμίζει την ψυχή, Κύριε, με δαιμόνια.

 

Δαιμόνια που γεμίζουνε με κάθε είδους βρώμα

και κάνουν σώμα και ψυχή να βρίσκονται σε κώμα.

 

Παντοιοτρόπως προσπαθεί τον νόμο το δικό Σου

να πάψει, πλέον, να τηρεί ο κάθε ένας πιστός Σου.

 

Με κάθε τρόπο προσπαθεί να βλασφημούν τα θεία,

τον Ζωοφόρο Σου Σταυρό, τη Μάνα Παναγία.

 

Με κάθε τρόπο προσπαθεί να σβήσει την αλήθεια,

να μας γεμίσει, Κύριε, μόνο με παραμύθια.

 

Με κάθε τρόπο προσπαθεί να φέρνει υπερηφάνεια,

να ρίχνει κάθε άνθρωπο, Κύριε, στην αφάνεια.

 

Εκεί που υπάρχει η κόλαση, το δάκρυ κι ο πόνος,

ώστε στην αιώνια συμφορά να μην βρίσκεται μόνος.

 

Όπως αυτός ηθέλησε να υψωθεί μπροστά Σου

κι αυτομάτως έπεσε απ΄ τα Στρατεύματά Σου

 

κι έγινε το χειρότερο απ΄ τη Δημιουργία

και τιμωρία καρτερεί από Εσέ, Μεσσία.

 

Έτσι τον κάθε άνθρωπο θέλει να τον μολύνει,

να τον γεμίσει αιώνια με πίκρα κι οδύνη.

 

Τόσο πολύ εχθρεύεται, Κύριε, τους ανθρώπους,

τον θάνατό τους επιθυμεί με διαφόρους τρόπους.

 

Και περισσότερο αυτούς που θέλουν να δοξάσουν

το όνομά Σου τ΄ Άγιο και την ψυχή να ξεκουράσουν.

 

Τους λόγους Σου και την χαρά από Εσένα ν΄ αποκτήσουν,

με τους σωθέντες δούλους Σου αιώνια να συζήσουν.

 

Στέκει αυτός και καρτερεί, μήπως μας βρει σε πτώση,

σε ψυχική κατάπτωση, για να μας εξοντώσει.

 

Μας έφτιαξες Παράδεισο στη Γη να κατοικούμε,

τις φυσικές τις ομορφιές, Κύριε, να χαρούμε.

 

Μα αυτός κοιτάει πονηρά να την ανατινάξει

και τις φτωχές μας τις ψυχές στον Άδη να πετάξει.

 

Μαζεύει κάθε του οπαδό, πόλεμο ετοιμάζει,

στο χέρι και στο μέτωπο σφραγίδα του χαράζει.

 

Ουαί κι αλλοίμονο σ΄ αυτόν, όπου θα τον σφραγίσει,

καλύτερα η μάνα του να μην τον είχε γεννήσει.

 

Σ΄ αυτές, λοιπόν, τις συμφορές που δέχεται η ψυχή μας,

ζητάμε τη βοήθεια από Εσέ, Κριτή μας.

 

Σε κάθε επίθεση του εχθρού, σε κάθε επιδρομή του,

κάνε να μην μας χαίρεται στο μαύρο το μαντρί του.

 

Δίνε μας δύναμη και φως και μην του επιτρέπεις,

κάθε του σχέδιο πονηρό Εσύ να ανατρέπεις.

ΑΝΟΙΞΤΕ ΠΥΛΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

 Άρατε πύλας, άρατε,

να μπει ο Ζωοδότης,

να δώσει φως εις τις ψυχές

ο του Παντός Δεσπότης.

 

Άρατε πύλας, άρατε,

δαίμονες νεκρωθείτε

κι εσείς ψυχές απ΄ τα δεσμά

ελευθερωθείτε.

 

Ελευθερωθείτε απ΄ τα δεσμά

θανάτου και τιμωρίας,

για σας κατέβηκε ως εδώ,

άνθρωποι, ο Μεσσίας.

 

Πού ΄ναι Άδη το σκοτάδι σου,

θάνατε το κεντρί σου,

που έκλεινες κάθε μια ψυχή

στη μαύρη φυλακή σου;

 

Πού ΄ναι ο πόνος, ο καημός,

η πίκρα κι η οδύνη;

Του Ιησού η Ανάσταση

όλα αυτά τα σβήνει.

 

Επάτησες Ιησού τον θάνατο

επάνω στον Σταυρό Σου

και πρόσφερες ζωής χαρά

στο πλάσμα το δικό Σου.

 

Την πρώην κατάρα έκανες

ευχή για τους πιστούς Σου,

χαρίζοντας τους άφθονους

κι άφθαρτους θησαυρούς Σου.

 

Στο χάσμα γέφυρα έβαλες

τον Τίμιο Σταυρό Σου,

δίνοντας ως λύτρο εξαγοράς

το Αίμα το δικό Σου.

 

Πιείτε πάντες εξ Αυτού

και θέλετε σωθείτε,

εάν καλώς αθλήσετε,

μαζί Μου θα βρεθείτε.

 

Φωνάζεις τον καθένα μας

για να τον συνετίσεις,

απ΄ τον κακό κατήφορο

όλους να συγκρατήσεις.

 

Δίπλα μας πάντα βρίσκεσαι,

το χέρι Σου απλώνεις

και σαν Πατέρας στοργικός

κάθε παιδί ζυγώνεις.

 

Ω, γλυκύτατη φωνή,

ω, θείε έρωτά μου,

ω, Ζωοδότη μου Χριστέ,

Θεέ και Βασιλιά μου.

 

Εις των παθών τη συμφορά

είσαι η απαλλαγή μου,

το θείο φως το ανέσπερο

είσαι εις την ψυχή μου.

 

Τις αλυσίδες έσπασες

που μ΄ είχανε δεμένο,

αιχμάλωτο στον πονηρό,

τον τρισκαταραμένο.

 

Χριστέ μου μ΄ επισκέφτηκε

η θεία Σου η Χάρη

και στην ψυχή μου άναψες

το θεϊκό λυχνάρι.

 

Τριγύρω μου πλημμύρισε

η θεία Ανάστασή Σου

και με τα ώτα της ψυχής

ακούω τη φωνή Σου.

 

“ Γύρνα, παιδί μου, απολωλό,

γύρνα ξανά κοντά Μου,

να σου γιατρέψω τις πληγές,

να λάβεις τη χαρά Μου.

 

Γύρνα το κεφαλάκι σου

στην Πατρική αγκαλιά Μου,

να σε χαϊδέψω στοργικά,

που΄ λειπες μακριά Μου.”

Αρχειοθήκη ιστολογίου