Την πικρίαν Μου δεν μπορείτε να φανταστείτε
οικτρά με επροδώσατε δεν θα δικαιολογηθείτε,
τον νόμο Μου καταπατήσατε ότι ήθελαν οι άνθρωποι ποιήσατε,
το ποίμνιο Μου εσκορπίσατε.
Δεν εισακούεστε όσες λειτουργίες
μόνοι σας και να ενεργήσετε,
μασκοφορεμένοι στο ναό Μου πατήσατε
κάθε Ιερό και Άγιον εβρωμίσατε.
Πως θα σηκώσετε βλέμμα και χέρια σε Εμένα
εφόσον δεν τηρείτε τα γεγραμμένα,
παροτρύνετε και τους πιστούς να πράττουν τα ίδια
σπρώχνετε κι άλλες ψυχές στην πνευματική απείθεια.
Σαν καταπέλτης θα πέσει στις κεφαλές σας η οργή Μου
θα παύσω να ονομάζω, κάθε αποστάτη, παιδί Μου,
επαναστάτησε όλος ο κλήρος
εδώ και εκεί έμεινε κάποιος φίλος.
Πιο καλά στέκονται οι λαϊκοί
υπολογίζουν πιο πολύ τον Κριτή,
και παρακαλούν τον Θεό
για κάθε αρρώστια μεγάλη ή μικρή.
Μόνον εσείς με τα ράσα είστε βεβαιωμένοι
πως θα προστατεύσετε από κάθε αρρώστια την οικουμένη,
δεν δύναστε να προστατεύσετε ούτε τον εαυτόν σας
και πως θα προστατέψετε κάποιον αδερφό σας.
Τον προστατεύετε κλείνοντας τους ναούς;
άδειος εκατάντησε των ιερέων ο νους;
στους ανθρώπους υποταχθήκατε
το Άγιο Πνεύμα το αγνοήσατε.
Έπεσε ένας και δεν τον συγκράτησαν οι υπόλοιποι
έπεσαν και αυτοί και έμειναν γυμνοί και ξυπόλητοι,
όχι από ενδύματα και υποδήματα
άλλα από πίστη, σοφία και έγιναν εξόριστοι.
Τους επήρε ο εχθρός απ’ τη Θεϊκή αγκαλιά Μου
γιατί δεν είχαν βαθιά μες την ψυχή τους την πίστη τη δική Μου,
με αγνόησαν και ας ήτανε παιδιά Μου
και αδιαφόρησαν για κάθε παραγγελία θεϊκή μου.
Εύκολα Μ΄ επροδώσατε
με δόλο Μ΄ εκαρφώσατε,
και πάλι επάνω στο σταυρό
σαν τους ιουδαίους τον παλιό καιρό.
Άρον άρον σταύρωσον αυτόν
φωνάξατε και εσείς,
και είπατε « μείνετε έξω από τον ναό
όλοι οι χριστιανοί» .
Ο εχθρός σας εξαγόρασε
και την ψυχή σας όρισε,
εκάνατε ότι σας υπαγόρευσε
σαν δούλοι του πιστοί.
Τους ναούς Μου εβεβηλώσατε
τις εικόνες Μου απαξιώσατε,
το ποίμνιο Μου έξω εκλειδώσατε
και μείνατε μέσα εσείς σαν πιο πιστοί.
Σωτήρες ονομαστήκατε
να σώσετε τους χριστιανούς βαλθήκατε,
με μάσκες και αντισηπτικά
προσβάλατε τα όσια και ιερά.
Δεν σας αντέχω πλέον πια
στο δρόμο ενυχτωθήκατε,
απ’ τον πλάνο ετρελαθήκατε
και παίζετε τα παιχνίδια του τα τόσο βρωμερά.
Από λειτουργοί εγίνατε διώκτες
και από του λόγου Μου μεταδότες,
εγίνατε φοβεροί προδότες
σας απομένουν τα εύσημα της προδοσίας να λάβετε.
Θεόν δεν θα αντικρύσετε
γιατί με αδικήσατε,
το ποίμνιο εσκορπίσατε
τον βράχο εκλωτσήσατε.
Δεν υπολογίσατε
τις βαθιές πληγές που αποκτήσατε,
μέσα στις ψυχές
χτυπώντας τον βράχο πολλές φορές.
Όταν αιμορραγήσουνε
τότε θα σας προβληματίσουνε,
θα είναι πλέον αργά
γιατί στο λόγο Μου εκλείσατε τα μάτια και τα αυτιά.
Τον όρκο σας δεν τηρήσατε
αγρίως τον πατήσατε,
θέσεις και αργύρια προτιμήσατε
και όχι τον Χριστό.
Την πίστη σας εμαυρίσατε
τα φώτα Μου εσβήσατε,
γι’ αυτό και Εγώ απέσυρα
την χάρη Μου από τις ψυχές σας.
Ανίσχυρα είναι τα μυστήρια
δεν δίνονται με αργύρια,
η χάρις δεν επεμβαίνει
το σώμα Μου και το αίμα Μου όποιος Με αρνηθεί δεν παίρνει.
Λειτουργείστε μόνοι σας
άφησα το τιμόνι σας,
και θα ξεσπάσουνε επάνω σας
χιλιάδες συμφορές.
Λίγοι είναι οι λειτουργοί
αντάξιοι ιερείς Μου,
μόνο σε αυτούς θα χορηγώ
την χάρη τη δική Μου.
Όσοι είναι αρνητές
και αρνήθηκαν Εμένα,
προσχώρησαν εις τον εχθρό
και απέμειναν νεκρά σώματα ερειπωμένα.
Θα ‘ρθει τυφώνας τρομερός
που θα σας ξεριζώσει,
θα έρθει η σειρά καθένας σας
το λόγο να Μου δώσει.
Ψεύδεστε και σκοτίζεστε
είσαστε νεκρωμένοι,
ο Άγιος Παράκλητος
πλέον δεν επεμβαίνει.
Είσαστε τώρα έρμαια
στα χέρια του εχθρού σας,
τον πλάνο επροτιμήσατε
και όχι την χάρη του Θεού σας.
Θα τρέχετε έξαλλοι και έντρομοι παντού
σαν τους σταυρωτάς Μου,
ανάπαυση όμως δεν θα βρείτε
ουδέποτε κοντά Μου.
Προσβάλατε τα μυστήρια Μου
και ας σας έδωσα την δωρεά Μου,
όλα τα καταπατήσατε
στον πονηρό προσχωρήσατε.
Το ποίμνιο Μου εγκαταλείψατε
σαν τον μισθωτό ποιμένα ενεργήσατε,
τα πρόβατα Μου επουλήσατε
για τριάκοντα αργύρια.
Όπως Εμένα ο Ιούδας
εκάνατε τα ίδια,
για τιμές και δόξες ενδιαφερθήκατε
με τις πρόχειρες απολαύσεις συμφιλιωθήκατε.
Θεόν ελησμονήσατε
την αγάπη Μου εμαυρίσατε,
με πονηριά την ψυχή σας εξοπλίσατε
και υποκύψατε στον μεγάλο εχθρό.
Ευλογώ όσους ύψωσαν
το ανάστημα τους,
Εμένα ομολόγησαν
και παίρνουν τα εύσημα τους.